Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ'.

Εις τό κεφάλαιον τούτο εξιστορείται τό άνοιγμα τών έξ σφραγίδων τού βιβλίου, αίτινες εκπροσωπούν ουχί ωρισμένα ιστορικά γεγονότα, αλλά ομάδας τιμωριών, διά τών οποίων ο Θεός ενισχύει εις πάσαν γενεάν καί εποχήν μέχρι τής συντελείας τό κήρυγμα τού Ευαγγελίου. Η πρώτη λοιπόν σφραγίς σημαίνει πάντα τά μέχρι τής συντελείας τού κόσμου κηρύγματα τού ευαγγελίου, η δευτέρα πάντας τούς πολέμους, η τρίτη πάντας τούς λιμούς, η τετάρτη πάσας τάς λοιμώδεις νόσους, η πέμπτη πάντας τούς διωγμούς κατά τών πιστών καί η έκτη πάσας τάς μεγάλας θεομηνίας καί καταστροφάς τής φύσεως, τάς εγγεννώσας τό προαίσθημα τού τέλους τού κόσμου, αίτινες διαδεχόμεναι διά μέσου τών γενεών αλλήλας θά επισφραγισθούν εν τέλει από τάς δι' αυτών εξεικονιζομένας τελειωτικάς θλίψεις καί καταστροφάς, πού θά σημάνουν τήν κατάρρευσιν τού κράτους τού αντιχρίστου.

Καί είδον ότε ήνοιξε τό αρνίον μίαν εκ τών επτά σφραγίδων καί ήκουσα ενός εκ τών τεσσάρων ζώων λέγοντος, ως φωνή βροντής έρχου.
2 καί είδον, καί ιδού ίππος λευκός, καί ο καθήμενος επ' αυτόν έχων τόξον καί εδόθη αυτώ στέφανος, καί εξήλθε νικών καί ίνα νικήση.
3 Καί ότε ήνοιξε τήν σφραγίδα τήν δευτέραν, ήκουσα τού δευτέρου ζώου λέγοντος έρχου.
4 καί εξήλθεν άλλος ίππος πυρρός, καί τώ καθημένω επ' αυτόν εδόθη αυτώ λαβείν τήν ειρήνην εκ τής γής καί ίνα αλλήλους σφάξωσιν, καί εδόθη αυτώ μάχαιρα μεγάλη.
5 Καί ότε ήνοιξε τήν σφραγίδα τήν τρίτην, ήκουσα τού τρίτου ζώου λέγοντος, έρχου. καί είδον, καί ιδού ίππος μέλας, καί ο καθήμενος επ' αυτόν έχων ζυγόν εν τή χειρί αυτού
6 καί ήκουσα ως φωνήν εν μέσω τών τεσσάρων ζώων λέγουσαν χοίνιξ σίτου δηναρίου, καί τρείς χοίνικες κριθής δηναρίου καί τό έλαιον καί τόν οίνον μή αδικήσης.
7 Καί ότε ήνοιξε τήν σφραγίδα τήν τετάρτην, ήκουσα φωνήν τού τετάρτου ζώου λέγοντος έρχου.
8 καί είδον, καί ιδού ίππος χλωρός, καί ο καθήμενος επάνω αυτού, όνομα αυτώ ο θάνατος, καί ο άδης ηκολούθει μετ' αυτού καί εδόθη αυτώ εξουσία επί τό τέταρτον τής γής, αποκτείναι εν ρομφαία καί εν λιμώ καί εν θανάτω καί υπό τών θηρίων τής γής.
9 Καί ότε ήνοιξε τήν πέμπτην σφραγίδα, είδον υποκάτω τού θυσιαστηρίου τάς ψυχάς τών εσφαγμένων διά τόν λόγον τιύ Θεού καί διά τήν μαρτυρίαν τού αρνίου ήν είχον
10 καί έκραξαν φωνή μεγάλη λέγοντες έως πότε, ο δεσπότης ο άγιος καί ο αληθινός, ου κρίνεις καί εκδικείς τό αίμα ημών εκ τών κατοικούντων επί τής γής;
11 καί εδόθη αυτοίς εκάστω στολή λευκή, καί ερρέθη αυτοίς ίνα αναπαύσωνται έτι χρόνον μικρόν, έως πληρώσωσι καί οι σύνδουλοι αυτών καί οι αδελφοί αυτών οι μέλλοντες αποκτέννεσθαι ως καί αυτοί.
12 καί είδον ότε ήνοιξε τήν σφραγίδα τήν έκτην, καί σεισμός μέγας εγένετο, καί ο ήλιος μέλας εγένετο ως σάκκος τρίχινος, καί η σελήνη όλη εγένετο ως αίμα,
13 καί οι αστέρες τού ουρανού έπεσαν εις τήν γήν, ως συκή βάλλουσα τούς ολύνθους αυτής, υπό ανέμου μεγάλου σειομένη,
14 καί ο ουρανός απεχωρίσθη ως βιβλίον ελισσόμενον, καί πάν όρος καί νήσος εκ τών τόπων εκινήθησαν
15 καί οι βασιλείς τής γής καί οι μεγιστάνες καί οι χιλίαρχοι καί οι πλούσιοι καί οι ισχυροί καί πάς δούλος καί ελεύθερος έκρυψαν εαυτούς εις τά σπήλαια καί εις τάς πέτρας τών ορέων,
16 καί λέγουσι τοίς όρεσι καί ταίς πέτραις πέσατε εφ' ημάς καί κρύψατε ημάς από προσώπου τού καθημένου επί τού θρόνου καί από τής οργής τού αρνίου,
17 ότι ήλθεν η ημέρα η μεγάλη τής οργής αυτού, καί τίς δύναται σταθήναι;