Στίχ. 17-40. Αναταραχή τών Ιουδαίων καί σύλληψις τού Παύλου.
17 Γενομένων δέ ημών εις Ιεροσόλυμα ασμένως εδέξαντο ημάς οι αδελφοί.
18 τή δέ επιούση εισήει ο Παύλος σύν ημίν πρός Ιάκωβον, πάντες τε παρεγένοντο οι πρεσβύτεροι.
19 καί ασπασάμενος αυτούς εξηγείτο καθ' έν έκαστον ών εποίησεν ο Θεός εν τοίς έθνεσι διά τής διακονίας αυτού.
20 οι δέ ακούσαντες εδόξαζον τόν Κύριον, είπόν τε αυτώ θεωρείς, αδελφέ, πόσαι μυριάδες εισίν Ιουδαίων τών πεπιστευκότων, καί πάντες ζηλωταί τού νόμου υπάρχουσι.
21 κατηχήθησαν δέ περί σού ότι αποστασίαν διδάσκεις από Μωϋσέως τούς κατά τά έθνη πάντας Ιουδαίους, λέγων μή περιτέμνειν αυτούς τά τέκνα μηδέ τοίς έθεσι περιπατείν.
22 τί ούν εστι; πάντως δεί πλήθος συνελθείν ακούσονται γάρ ότι ελήλυθας.
23 τούτο ούν ποίησον ό σοι λέγομεν εισίν ημίν άνδρες τέσσαρες ευχήν έχοντες εφ' εαυτών
24 τούτους παραλαβών αγνίσθητι σύν αυτοίς καί δαπάνησον επ' αυτοίς ίνα ξυρήσωνται τήν κεφαλήν, καί γνώσι πάντες ότι ών κατήχηνται περί σού ουδέν εστιν, αλλά στοιχείς καί αυτός τόν νόμον φυλάσσων.
25 περί δέ τών πεπιστευκότων εθνών ημείς επεστείλαμεν κρίναντες μηδέν τοιούτον τηρείν αυτούς, ει μή φυλάσσεσθαι αυτούς τό τε ειδωλόθυτον καί τό αίμα καί πνικτόν καί πορνείαν.
26 τότε ο Παύλος παραλαβών τούς άνδρας τή εχομένη ημέρα σύν αυτοίς αγνισθείς εισήει εις τό ιερόν, διαγγέλλων τήν εκπλήρωσιν τών ημερών τού αγνισμού, έως ού πρσηνέχθη υπέρ ενός εκάστου αυτών η προσφορά.
27 Ως δέ έμελλον αι επτά ημέραι συντελείσθαι, οι από τής Ασίας Ιουδαίοι θεασάμενοι αυτόν εν τώ ιερώ συνέχεον πάντα τόν όχλον, καί επέβαλον τάς χείρας επ' αυτόν
28 κράζοντες άνδρες Ισραηλίται, βοηθείτε ούτός εστιν ο άνθρωπος ο κατά τού λαού καί τού νόμου καί τού τόπου τούτου πάντες πανταχού διδάσκων έτι τε καί Έλληνας εισήγαγεν εις τό ιερόν καί κεκοίνωκε τόν άγιον τόπον τούτον
29 ήσαν γάρ εωρακότες Τρόφιμον τόν Εφέσιον εν τή πόλει σύν αυτώ, όν ενόμιζον ότι εις τό ιερόν εισήγαγεν ο Παύλος.
30 εκινήθη τε η πόλις όλη καί εγένετο συνδρομή τού λαού, καί επιλαβόμενοι τού Παύλου είλκον αυτόν έξω τού ιερού, καί ευθέως εκλείσθησαν αι θύραι.
31 ζητούντων δέ αυτόν αποκτείναι ανέβη φάσις τώ χιλιάρχω τής σπείρης ότι όλη συγκέχυται Ιερουσαλήμ
32 ός εξαυτής παραλαβών στρατιώτας καί εκατοντάρχους κατέδραμεν επ' αυτούς. οι δέ ιδόντες τόν χιλίαρχον καί τούς στρατιώτας επαύσαντο τύπτοντες τόν Παύλον.
33 εγγίσας δέ ο χιλίαρχος επελάβετο αυτού καί εκέλευσε δεθήναι αλύσεσι δυσί, καί επυνθάνετο τίς άν είη καί τί εστι πεποιηκώς.
34 άλλοι δέ άλλο τι εβόων εν τώ όχλω μή δυνάμενος δέ γνώναι τό ασφαλές διά τόν θόρυβον, εκέλευσεν άγεσθαι αυτόν εις τήν παρεμβολήν.
35 ότε δέ εγένετο επί τούς αναβαθμούς, συνέβη βαστάζεσθαι αυτόν υπό τών στρατιωτών διά τήν βίαν τού όχλου
36 ηκολούθει γάρ τό πλήθος τού λαού κράζον αίρε αυτόν.
37 Μέλλων τε εισάγεσθαι εις τήν παρεμβολήν ο Παύλος λέγει τώ χιλιάρχω ει έξεστί μοι ειπείν τι πρός σέ; ο δέ έφη Ελληνιστί γινώσκεις;
38 ουκ άρα σύ εί ο Αιγύπτιος ο πρό τούτων τών ημερών αναστατώσας καί εξαγαγών εις τήν έρημον τούς τετρακισχιλίους άνδρας τών σικαρίων;
39 είπε δέ ο Παύλος εγώ άνθρωπος μέν ειμι Ιουδαίος Ταρσεύς, τής Κιλικίας ουκ ασήμου πόλεως πολίτης δέομαι δέ σου, επίτρεψόν μοι λαλήσαι πρός τόν λαόν.
40 επιτρέψαντος δέ αυτού ο Παύλος εστώς επί τών αναβαθμών κατέσεισε τή χειρί τώ λαώ πολλής δέ σιγής γενομένης προσεφώνησε τή Εβραΐδι διαλέκτω λέγων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.