Στίχ. 22-30. Ο Παύλος δέσμιος εν τώ φρουρίω.
Συνδιάλεξις μετά τού χιλιάρχου.
22 Ήκουον δέ αυτού άχρι τούτου τού λόγου, καί επήραν τήν φωνήν αυτών λέγοντες αίρε από τής γής τόν τοιούτον ου γάρ καθήκεν αυτόν ζήν.
23 κραυγαζόντων δέ αυτών καί ριπτόντων τά ιμάτια καί κονιορτόν βαλλόντων εις τόν αέρα,
24 εκέλευσεν αυτόν ο χιλίαρχος άγεσθαι εις τήν παρεμβολήν, ειπών μάστιξιν ανετάζεσθαι αυτόν, ίνα επιγνώ δι ήν αιτίαν ούτως επεφώνουν αυτώ.
25 ως δέ προέτειναν αυτόν τοίς ιμάσιν, είπε πρός τόν εστώτα εκατόνταρχον ο Παύλος ει άνθρωπον Ρωμαίον καί ακατάκριτον έξεστιν υμίν μαστίζειν;
26 ακούσας δέ ο εκατόνταρχος προσελθών απήγγειλε τώ χιλιάρχω λέγων όρα τί μέλλεις ποιείν ο γάρ άνθρωπος ούτος Ρωμαίός εστι.
27 προσελθών δέ ο χιλίαρχος είπεν αυτώ λέγε μοι ει σύ Ρωμαίος εί. ο δέ έφη ναί.
28 απεκρίθη τε ο χιλίαρχος εγώ πολλού κεφαλαίου τήν πολιτείαν ταύτην εκτησάμην. ο δέ Παύλος έφη εγώ δέ καί γεγέννημαι.
29 ευθέως ούν απέστησαν απ' αυτού οι μέλλοντες αυτόν ανετάζειν καί ο χιλίαρχος δέ εφοβήθη επιγνούς ότι Ρωμαίός εστι, καί ότι ήν αυτόν δεδεκώς.
30 Τή δέ επαύριον βουλόμενος γνώναι τό ασφαλές, τό τί κατηγορείται παρά τών Ιουδαίων, έλυσεν αυτόν από τών δεσμών καί εκέλευσεν ελθείν τούς αρχιερείς καί όλον τό συνέδριον αυτών, καί καταγαγών τόν Παύλον έστησεν εις αυτούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.