ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ
( Από τής 15-21 Σεπτεμβρίου )
Προκείμενον. Ήχος τής Κυριακής.
Ως εμεγαλύνθη τά έργα σου, Κύριε
πάντα εν σοφία εποίησας.
( Ψ. 103, 24 )
Στίχ. Ευλόγει, η ψυχή μου, τόν Κύριον.
( Ψ. 103, 1 ).
Πρός Γαλάτας επιστολής Παύλου το Ανάγνωσμα.
( β' 16-20 ).
Αδελφοί, ειδότες ότι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου εάν μή διά πίστεως Ιησού Χριστού, καί ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού καί ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σάρξ. Ει δέ ζητούντες δικαιωθήναι εν Χριστώ ευρέθημεν καί αυτοί αμαρτωλοί, άρα Χριστός αμαρτίας διάκονος; Μή γένοιτο. Ει γάρ ά κατέλυσα ταύτα πάλιν οικοδομώ, παραβάτην εμαυτόν συνίστημι. Εγώ γάρ διά νόμου νόμω απέθανον, ίνα Θεώ ζήσω. Χριστώ συνεσταύρωμαι ζώ δέ ουκέτι εγώ, ζή δέ εν εμοί Χριστός ό δέ νύν ζώ εν σαρκί, εν πίστει ζώ τή τού Υιού τού Θεού τού αγαπήσαντός με καί παραδόντος εαυτόν υπέρ εμού.
Εκ τού κατά Μάρκον αγίου Ευαγγελίου.
( η' 34-θ' 1 )
Είπεν ο Κύριος Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν καί αράτω τόν σταυρόν αυτού, καί ακολουθείτω μοι. Ός γάρ άν θέλη τήν ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν ός δ' άν απολέση τήν ψυχήν αυτού ένεκεν εμού καί τού Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Τί γάρ ωφελήσει άνθρωπον, εάν κερδήση τόν κόσμον όλον, καί ζημιωθή τήν ψυχήν αυτού; ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα τής ψυχής αυτού; Ός γάρ εάν επαισχυνθή με καί τούς εμούς λόγους εν τή γενεά ταύτη τή μοιχαλίδι καί αμαρτωλώ, καί ο Υιός τού ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τή δόξη τού Πατρός αυτού μετά τών Αγγέλων τών αγίων. Καί έλεγεν αυτοίς Αμήν λέγω υμίν, ότι εισί τινες τών ώδε εστηκότων, οίτινες ου μή γεύσωνται θανάτου, έως άν ίδωσι τήν βασιλείαν τού Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει.