Καί τώ αγγέλω τής εν Σάρδεσιν εκκλησίας γράψον τάδε λέγει ο έχων τά επτά πνεύματα τού Θεού καί τούς επτά αστέρας οίδά σου τά έργα, ότι όνομα έχεις ότι ζής, καί νεκρός .
2 γίνου γρηγορών, καί στήρισον τά λοιπά ά έμελλον αποθνήσκειν ου γάρ εύρηκά σου τά έργα πεπληρωμένα ενώπιον τού Θεού μου.
3 μνημόνευε ούν πώς είληφας καί ήκουσας, καί τήρει καί μετανόησον. εάν ούν μή γρηγορήσης, ήξω επί σέ ως κλέπτης, καί ου μή γνώση ποίαν ώραν ήξω επί σέ.
4 αλλά έχεις ολίγα ονόματα εν Σάρδεσιν, ά ουκ εμόλυναν τά ιμάτια αυτών, καί περιπατήσουσι μετ' εμού εν λευκοίς, ότι άξιοί εισιν.
5 Ο νικών ούτως περιβαλείται εν ιματίοις λευκοίς, καί ου μή εξαλείψω τό όνομα αυτού εκ τής βίβλου τής ζωής, καί ομολογήσω τό όνομα αυτού ενώπιον τού πατρός μου καί ενώπιον τών αγγέλων αυτού.
6 Ο έχων ούς ακουσάτω τί τό Πνεύμα λέγει ταίς εκκλησίαις.
7 Καί τώ αγγέλω τής εν Φιλαδελφεία εκκλησίας γράψον τάδε λέγει ο άγιος, ο αληθινός, ο έχων τήν κλείν τού Δαυΐδ, ο ανοίγων καί ουδείς κλείσει, καί κλείων καί ουδείς ανοίξει
8 οίδά σου τά έργα. - ιδού δέδωκα ενώπιόν σου θύραν ανεωγμένην, ήν ουδείς δύναται κλείσαι αυτήν. - ότι μικράν έχεις δύναμιν, καί ετήρησάς μου τόν λόγον καί ουκ ηρνήσω τό όνομά μου.
9 ιδού δίδωμι εκ τής συναγωγής τού σατανά τών λεγόντων εαυτούς Ιουδαίους είναι, καί ουκ εισίν, αλλά ψεύδονται ιδού ποιήσω αυτούς ίνα ήξουσι καί προσκυνήσουσιν ενώπιον τών ποδών σου, καί γνώσιν ότι εγώ ηγάπησά σε.
10 ότι ετήρησας τόν λόγον τής υπομονής μου, καγώ σε τηρήσω εκ τής ώρας τού πειρασμού τής μελλούσης έρχεσθαι επί τής οικουμένης όλης, πειράσαι τούς κατοικούντας επί τής γής.
11 έρχομαι ταχύ κράτει ό έχεις, ίνα μηδείς λάβη τόν στέφανόν σου.
12 Ο νικών, ποιήσω αυτόν στύλον εν τώ ναώ τού Θεού μου, καί έξω ου μή εξέλθη έτι, καί γράψω επ' αυτόν τό όνομα τού Θεού μου καί τό όνομα τής πόλεως τού Θεού μου, τής καινής Ιερουσαλήμ, ή καταβαίνει εκ τού ουρανού από τού Θεού μου, καί τό όνομά μου τό καινόν.
13 Ο έχων ούς ακουσάτω τί τό Πνεύμα λέγει ταίς εκκλησίαις.
14 Καί τώ αγγέλω τής εν Λαοδικεία εκκλησίας γράψον τάδε λέγει ο αμήν, ο μάρτυς ο πιστός καί αληθινός, η αρχή τής κτίσεως τού Θεού
15 οίδά σου τά έργα, ότι ούτε ψυχρός εί ούτε ζεστός όφελον ψυχρός ής ή ζεστός.
16 ούτως ότι χλιαρός εί, καί ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ τού στόματός μου.
17 ότι λέγεις ότι πλούσιός ειμι καί πεπλούτηκα καί ουδενός χρείαν έχω, - καί ουκ οίδας ότι σύ εί ο ταλαίπωρος καί ο ελεεινός καί πτωχός καί τυφλός καί γυμνός, -
18 συμβουλεύω σοι αγοράσαι παρ' εμού χρυσίον πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης, καί ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη καί μή φανερωθή η αισχύνη τής γυμνότητός σου, καί κολλύριον ίνα εγχρίση τούς οφθαλμούς σου ίνα βλέπης.
19 εγώ όσους εάν φιλώ, ελέγχω καί παιδεύω ζήλευε ούν καί μετανόησον.
20 ιδού έστηκα επί τήν θύραν καί κρούω εάν τις ακούση τής φωνής μου καί ανοίξη τήν θύραν, καί εισελεύσομαι πρός αυτόν καί δειπνήσω μετ' αυτού καί αυτός μετ' εμού.
21 Ο νικών, δώσω αυτώ καθίσαι μετ' εμού εν τώ θρόνω μου, ως καγώ ενίκησα καί εκάθισα μετά τού πατρός μου εν τώ θρόνω αυτού.
22 Ο έχων ούς ακουσάτω τί τό Πνεύμα λέγει ταίς εκκλησίαις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.