ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
Στίχ. 1-2. Οι δούλοι και οι κύριοί των.
Όσοι εισίν υπό ζυγόν δούλοι, τους ιδίους δεσπότας πάσης τιμής αξίους ηγείσθωσαν, ίνα μη το όνομα του Θεού και η διδασκαλία βλασφημήται.
2 οι δε πιστούς έχοντες δεσπότας μη καταφρονείτωσαν, ότι αδελφοί εισιν, αλλά μάλλον δουλευέτωσαν, ότι πιστοί εισι και αγαπητοί οι της ευεργεσίας αντιλαμβανόμενοι.
Στίχ. 3-10. Νέαι οδηγίαι κατά των ψευδοδιδασκάλων.
3 Ταύτα δίδασκε και παρακάλει. ει τις ετεροδιδασκαλεί και μη προσέρχεται υγιαίνουσι λόγοις τοις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και τη κατ' ευσέβειαν διδασκαλία,
4 τετύφωται, μηδέν επιστάμενος, αλλά νοσών περί ζητήσεις και λογομαχίας, εξ ων γίνεται φθόνος, έρις, βλασφημίαι, υπόνοιαι πονηραί,
5 παραδιατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας, νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν. αφίστασο από των τοιούτων.
6 έστι δε πορισμός μέγας η ευσέβεια μετά αυταρκείας.
7 ουδέν γαρ εισηνέγκαμεν εις τον κόσμον, δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα
8 έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, τούτοις αρκεσθησόμεθα.
9 οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν.
10 ρίζα γαρ πάντων των κακών εστιν η φιλαργυρία, ης τινες ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως και εαυτούς περιέπειραν οδύναις πολλαίς.
Στίχ. 11-16. Προτροπαί προς τον Τιμόθεον.
11 Συ δε, ω άνθρωπε του Θεού, ταύτα φεύγε δίωκε δε δικαιοσύνην, ευσέβειαν, πίστιν, αγάπην, υπομονήν, πραότητα.
12 αγωνίζου τον καλόν αγώνα της πίστεως επιλαβού της αιωνίου ζωής, εις ην και εκλήθης και ωμολόγησας την καλήν ομολογίαν ενώπιον πολλών μαρτύρων.
13 παραγγέλλω σοι ενώπιον του Θεού του ζωοποιούντος τα πάντα και Χριστού Ιησού του μαρτυρήσαντος επί Ποντίου Πιλάτου την καλήν ομολογίαν,
14 τηρήσαί σε την εντολήν άσπιλον, ανεπίληπτον μέχρι της επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
15 ην καιροίς ιδίοις δείξει ο μακάριος και μόνος δυνάστης, ο βασιλεύς των βασιλευόντων και κύριος των κυριευόντων,
16 ο μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον, ον είδεν ουδείς ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται ω τιμή και κράτος αιώνιον αμήν.
Στίχ. 17-19. Τα καθήκοντα των πλουσίων.
17 Τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγελλε μη υψηλοφρονείν, μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι, αλλ' εν τω Θεώ τω ζώντι, τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν,
18 αγαθοεργείν, πλουτείν εν έργοις καλοίς, ευμεταδότους είναι, κοινωνικούς,
19 αποθησαυρίζοντας εαυτοίς θεμέλιον καλόν εις το μέλλον, ίνα επιλάβωνται της αιωνίου ζωής.
Στίχ. 20-21. Τελευταία έκκλησις προς τον Τιμόθεον.
20 Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως,
21 ην τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν. Η χάρις μετά σου αμήν.
Στίχ. 1-2. Οι δούλοι και οι κύριοί των.
Όσοι εισίν υπό ζυγόν δούλοι, τους ιδίους δεσπότας πάσης τιμής αξίους ηγείσθωσαν, ίνα μη το όνομα του Θεού και η διδασκαλία βλασφημήται.
2 οι δε πιστούς έχοντες δεσπότας μη καταφρονείτωσαν, ότι αδελφοί εισιν, αλλά μάλλον δουλευέτωσαν, ότι πιστοί εισι και αγαπητοί οι της ευεργεσίας αντιλαμβανόμενοι.
Στίχ. 3-10. Νέαι οδηγίαι κατά των ψευδοδιδασκάλων.
3 Ταύτα δίδασκε και παρακάλει. ει τις ετεροδιδασκαλεί και μη προσέρχεται υγιαίνουσι λόγοις τοις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και τη κατ' ευσέβειαν διδασκαλία,
4 τετύφωται, μηδέν επιστάμενος, αλλά νοσών περί ζητήσεις και λογομαχίας, εξ ων γίνεται φθόνος, έρις, βλασφημίαι, υπόνοιαι πονηραί,
5 παραδιατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας, νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν. αφίστασο από των τοιούτων.
6 έστι δε πορισμός μέγας η ευσέβεια μετά αυταρκείας.
7 ουδέν γαρ εισηνέγκαμεν εις τον κόσμον, δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα
8 έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, τούτοις αρκεσθησόμεθα.
9 οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν.
10 ρίζα γαρ πάντων των κακών εστιν η φιλαργυρία, ης τινες ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως και εαυτούς περιέπειραν οδύναις πολλαίς.
Στίχ. 11-16. Προτροπαί προς τον Τιμόθεον.
11 Συ δε, ω άνθρωπε του Θεού, ταύτα φεύγε δίωκε δε δικαιοσύνην, ευσέβειαν, πίστιν, αγάπην, υπομονήν, πραότητα.
12 αγωνίζου τον καλόν αγώνα της πίστεως επιλαβού της αιωνίου ζωής, εις ην και εκλήθης και ωμολόγησας την καλήν ομολογίαν ενώπιον πολλών μαρτύρων.
13 παραγγέλλω σοι ενώπιον του Θεού του ζωοποιούντος τα πάντα και Χριστού Ιησού του μαρτυρήσαντος επί Ποντίου Πιλάτου την καλήν ομολογίαν,
14 τηρήσαί σε την εντολήν άσπιλον, ανεπίληπτον μέχρι της επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
15 ην καιροίς ιδίοις δείξει ο μακάριος και μόνος δυνάστης, ο βασιλεύς των βασιλευόντων και κύριος των κυριευόντων,
16 ο μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον, ον είδεν ουδείς ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται ω τιμή και κράτος αιώνιον αμήν.
Στίχ. 17-19. Τα καθήκοντα των πλουσίων.
17 Τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγελλε μη υψηλοφρονείν, μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι, αλλ' εν τω Θεώ τω ζώντι, τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν,
18 αγαθοεργείν, πλουτείν εν έργοις καλοίς, ευμεταδότους είναι, κοινωνικούς,
19 αποθησαυρίζοντας εαυτοίς θεμέλιον καλόν εις το μέλλον, ίνα επιλάβωνται της αιωνίου ζωής.
Στίχ. 20-21. Τελευταία έκκλησις προς τον Τιμόθεον.
20 Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως,
21 ην τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν. Η χάρις μετά σου αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.