ΩΔΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
( Αββακούμ κεφ. γ' )
Τήν τού Λόγου κένωσιν, Αββακούμ, φράσον.
Δόξα τή δυνάμει σου, Κύριε.
1 Κύριε, εισακήκοα τήν ακοήν σου καί εφοβήθην
2 Κύριε, κατενόησα τά έργα σου καί εξέστην. εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση, εν τώ εγγίζειν τά έτη επιγνωσθήση, εν τώ παρείναι τόν καιρόν αναδειχθήση, εν τώ ταραχθήναι τήν ψυχήν μου εν οργή ελέους μνησθήση.
3 ο Θεός από Θαιμάν ήξει, καί ο άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος. εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού, καί αινέσεως αυτού πλήρης η γή.
4 καί φέγγος αυτού ως φώς έσται, κέρατα εν χερσίν αυτού, καί έθετο αγάπησιν κραταιάν ισχύος αυτού.
5 πρό προσώπου αυτού πορεύσεται λόγος, καί εξελεύσεται εις παιδείαν κατά πόδας αυτού.
6 έστη, καί εσαλεύθη η γή επέβλεψε, καί ετάκη έθνη. διεθρύβη τά όρη βία, ετάκησαν βουνοί αιώνιοι.
7 πορείας αιωνίας αυτού αντί κόπων είδον σκηνώματα Αιθιόπων πτοηθήσονται καί αι σκηναί γής Μαδιάμ.
8 μή εν ποταμοίς ωργίσθης, Κύριε, ή εν ποταμοίς ο θυμός σου; ή εν θαλάσση τό όρμημά σου; ότι επιβήση επί τούς ίππους σου, καί η ιππασία σου σωτηρία.
9 εντείνων εντενείς τό τόξον σου επί σκήπτρα, λέγει Κύριος. ποταμών ραγήσεται γή.
10 όψονταί σε καί ωδινήσουσι λαοί. σκορπίζων ύδατα πορείας αυτού έδωκεν η άβυσσος φωνήν αυτής, ύψος φαντασίας αυτής.
11 επήρθη ο ήλιος, καί η σελήνη έστη εν τή τάξει αυτής εις φώς βολίδες σου πορεύσονται, εις φέγγος αστραπής όπλων σου.
12 εν απειλή ολιγώσεις γήν καί εν θυμώ πατάξεις έθνη.
13 εξήλθες εις σωτηρίαν λαού σου, τού σώσαι τούς χριστούς σου ελήλυθας έβαλες εις κεφαλάς ανόμων θάνατον, εξήγειρας δεσμούς έως τραχήλου.
14 διέκοψας εν εκστάσει κεφαλάς δυναστών, σεισθήσονται εν αυτή διανοίξουσι χαλινούς αυτών ως εσθίων πτωχός λάθρα.
15 καί επεβίβασας εις θάλασσαν τούς ίππους σου ταράσσοντας ύδατα πολλά.
16 εφυλαξάμην, καί επτοήθη η καρδία μου από φωνής προσευχής χειλέων μου, καί εισήλθε τρόμος εις τά οστά μου, καί υποκάτωθέν μου εταράχθη η ισχύς μου. αναπαύσομαι εν ημέρα θλίψεώς μου τού αναβήναι εις λαόν παροικίας μου.
17 διότι συκή ου καρποφορήσει, καί ουκ έσται γενήματα εν ταίς αμπέλοις ψεύσεται έργον ελαίας, καί τά πεδία ου ποιήσει βρώσιν εξέλιπον από βρώσεως πρόβατα, καί ουχ υπάρχουσι βόες επί φάτναις.
18 εγώ δέ εν τώ Κυρίω αγαλλιάσομαι, χαρήσομαι επί τώ Θεώ τώ σωτήρί μου.
19 Κύριος ο Θεός δύναμίς μου καί τάξει τούς πόδας μου εις συντέλειαν επί τά υψηλά επιβιβά με τού νικήσαί με εν τή ωδή αυτού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.