Στίχ. 1-12. Ο Παύλος πρό τού Φήστου, επικαλείται τόν Καίσαρα.
Φήστος ούν επιβάς τή επαρχία μετά τρείς ημέρας ανέβη εις Ιεροσόλυμα από Καισαρείας
2 ενεφάνισαν δέ αυτώ ο αρχιερεύς καί οι πρώτοι τών Ιουδαίων κατά τού Παύλου, καί παρεκάλουν αυτόν,
3 αιτούμενοι χάριν κατ' αυτού, όπως μεταπέμψηται αυτόν εις Ιερουσαλήμ, ενέδραν ποιούντες ανελείν αυτόν κατά τήν οδόν.
4 ο μέν ούν Φήστος απεκρίθη τηρείσθαι τόν Παύλον εν Καισαρεία, εαυτόν δέ μέλλειν εν τάχει εκπορεύεσθαι
5 οι ούν δυνατοί εν υμίν, φησί, συγκαταβάντες, εί τί εστιν εν τώ ανδρί τούτω, κατηγορείτωσαν αυτού.
6 Διατρίψας δέ εν αυτοίς ημέρας πλείους ή δέκα, καταβάς εις Καισάρειαν, τή επαύριον καθίσας επί τού βήματος εκέλευσε τόν Παύλον αχθήναι.
7 παραγενομένου δέ αυτού περιέστησαν οι από Ιεροσολύμων καταβεβηκότες Ιουδαίοι, πολλά καί βαρέα αιτιώματα φέροντες κατά τού Παύλου, ά ουκ ίσχυον αποδείξαι,
8 απολογουμένου αυτού ότι ούτε εις τόν νόμον τών Ιουδαίων ούτε εις τό ιερόν ούτε εις Καίσαρά τι ήμαρτον.
9 ο Φήστος δέ θέλων τοίς Ιουδαίοις χάριν καταθέσθαι, αποκριθείς τώ Παύλω είπε θέλεις εις Ιερουσαλήμ αναβάς εκεί περί τούτων κρίνεσθαι επ' εμού;
10 είπε δέ ο Παύλος επί τού βήματος Καίσαρος εστώς ειμι, ού με δεί κρίνεσθαι. Ιουδαίους ουδέν ηδίκησα, ως καί σύ κάλλιον επιγινώσκεις
11 ει μέν γάρ αδικώ καί άξιον θανάτου πέπραχά τι, ου παραιτούμαι τού αποθανείν ει δέ ουδέν εστιν ών ούτοι κατηγορούσί μου, ουδείς με δύναται αυτοίς χαρίσασθαι Καίσαρα επικαλούμαι.
12 τότε ο Φήστος συλλαλήσας μετά τού συμβουλίου απεκρίθη Καίσαρα επικέκλησαι, επί Καίσαρα πορεύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.