Η Έφεσος ήτο επί των ημερών του Παύλου πρωτεύουσα της
Ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας της καλουμένης ανθυπατικής. Απετέλει δε ματά της εν
Συρία Αντιοχείας και της εν Αιγύπτω Αλεξανδρείας τας τρείς μεγάλας πόλεις της
Ανατολικής Μεσογείου. Έκειτο εις απόστασιν μικροτέραν των τριών μιλίων από της
θαλάσσης, επί του ποταμού Καΰστρου, όστις κατά την Ρωμαϊκήν περίοδον ήτο πλωτός
από της θαλασσίας ακτής μέχρι της πόλεως. Την πόλιν ταύτην επεσκέφθη το κατ’ αρχάς ο Παύλος προερχόμενος εκ
Κορίνθου περί το τέλος της δευτέρας αυτού αποστολικής οδοιπορίας. Και ωμίλησε
μεν προς τους εκεί Ιουδαίους εισελθών εις την συναγωγήν, δεν παρέμεινεν όμως
επί πολύν χρόνον, αλλ’ αφού αφήκεν εκεί τον Ακύλαν και την Πρίσκιλλαν, ανήλθεν
εις τα Ιεροσόλυμα και απ’ εκεί κατέβη εις την Αντιόχειαν ( Πράξ. ιη΄ 22 ). Κατά
την τρίτην πλέον αποστολικήν οδοιπορίαν του ο Παύλος ελθών εις την Έφεσον
παρέτεινε την διαμονήν αυτού επί τριετίαν ολόκληρον. Ένεκα δε των μεγάλων
επιτυχιών, τας οποίας είχε το κήρυγμά του, εκίνησε την έχθραν του αργυροκόπου
Δημητρίου και πολλών τεχνιτών, των οποίων εθίγοντο τα συμφέροντα, λόγω του ότι
ωλιγόστευον ολονέν οι ειδωλολάτραι αγορασταί των αργυρών ομοιωμάτων του ναού
της Εφεσίας Αρτέμιδος, τα οποία ούτοι κατασκευάζοντες εμπορεύοντο. Ως εκ τούτου
εσημειώθη μεγάλη στάσις, κατά την οποίαν εκινδύνευσεν η ζωή του Αποστόλου (
Πράξ. ιθ΄23-40 ). Περί το τέλος της τρίτης αποστολικής οδοιπορίας του σπεύδων ο
Παύλος να ανέλθη εις Ιεροσόλυμα και μη θέλων να χρονοτριβήση καθ’ οδόν, όταν
έφτασεν εις την Μίλητον, εκάλεσε να έλθουν εκεί οι πρεσβύτεροι της Εκκλησίας
της Εφέσου, προς τους οποίους απηύθυνε την Πράξ. κ΄18-36 σπουδαιοτάτην ομιλίαν
αυτού. Την επιστολήν αυτήν ο θείος Παύλος έγραψεν εν Ρώμη, όταν ήτο δέσμιος
κατά την πρώτην φυλάκισιν αυτού και περί το τέλος αυτής, ήτοι περί το 62 ή 63 μ. Χ. Επειδή δε η επιστολή
αύτη ούτε ασπασμούς αναφάφει εις το τέλος αυτής, ως εσυνήθιζε να πράττη εις
όλας του τας επιστολάς ο Παύλος, είς τινα δε παλαιά χειρόγραφα δεν αναγράφεται
εν τω προοιμίω το << εν Εφέσω >>, δι’ αυτό υπετέθη από πολλούς
νεωτέρους ότι έγραψεν αυτήν ο Απόστολος ως είδος τι εγκυκλίου και απέστειλεν
αυτήν εις την Έφεσον, ίνα διά φροντίδος αυτής κυκλοφορήση εις περισσοτέρας Εκκλησίας, οίαι αι Εκκλησίαι
Λαοδικείας Ιεραπόλεως, Περγάμου, Μιλήτου και αλλαχού της Φρυγίας.
Σάββατο 29 Ιουνίου 2013
Τρίτη 25 Ιουνίου 2013
Η ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
Στίχ. 1-5. Ανοχή και ταπεινοφροσύνη.
Αδελφοί, εάν και
προληφθή άνθρωπος εν τινι παραπτώματι, υμείς οι πνευματικοί καταρτίζετε τον
τοιούτον εν πνεύματι πραότητος, σκοπών σεαυτόν, μη και συ πειρασθής.
2 αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως αναπληρώσατε τον
νόμον του Χριστού.
3 ει γαρ δοκεί τις είναι τι μηδέν ων, εαυτόν φρεναπατά.
4 το δε έργον εαυτού δοκιμαζέτω έκαστος, και τότε εις εαυτόν
μόνον το καύχημα έξει και ουκ εις τον έτερον
5 έκαστος γαρ το ίδιον φορτίον βαστάσει.
Στίχ. 6-10. Το καλόν προς πάντας.
6 Κοινωνείτω δε ο κατηχούμενος τον λόγον τω κατηχούντι εν
πάσιν αγαθοίς.
7 Μη πλανάσθε, Θεός ου μυκτηρίζεται ο γαρ εάν σπείρη
άνθρωπος, τούτο και θερίσει
8 ότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού εκ της σαρκός θερίσει
φθοράν, ο δε σπείρων εις το πνεύμα εκ του πνεύματος θερίσεο ζωήν αιώνιον.
9 το δε καλόν ποιούντες μη εκκακώμεν καιρώ γαρ ιδίω
θερίσομεν μη εκλυόμενοι.
10 Άρα ουν ως καιρόν έχομεν, εργαζώμεθα το αγαθόν προς
πάντας, μάλιστα δε προς τους οικείους της πίστεως.
Στίχ. 11-18. Το καύχημα του Παύλου είναι ο Σταυρός του
Χριστού.
11 Ίδετε πηλίκοις υμίν γράμμασιν έγραψα τη εμή χειρί.
12 όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί, ούτοι αναγκάζουσιν
υμάς περιτέμνεσθαι, μόνον ίνα μη τω σταυρώ του Χριστού διώκωνται.
13 ουδέ γαρ οι περιτετμημένοι αυτοί νόμον φυλάσσουσιν, αλλά
θέλουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, ίνα εν τη υμετέρα σαρκί καυχήσωνται.
14 εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του
Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω.
15 εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε
ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις.
16 και όσοι τω κανόνι τούτω στοιχήσουσιν, ειρήνη επ’ αυτούς
και έλεος, και επί τον Ισραήλ του Θεού.
17 Του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω εγώ γαρ τα στίγματα
του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω.
18 Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μετά του πνεύματος
υμών, αδελφοί αμήν.
Τρίτη 18 Ιουνίου 2013
Η ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄.
Στίχ. 1-12. Η περιτομή ανωφελής. Μόνον η πίστις ισχύει.
Τη ελευθερία ουν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη
πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε.
2 Ίδε εγώ Παύλος λέγω υμίν ότι εάν περιτέμνησθε, Χριστός
υμάς ουδέν ωφελήσει.
3 μαρτύρομαι δε πάλιν παντί ανθρώπω περιτεμνομένω ότι
οφειλέτης εστίν όλον τον νόμον ποιήσαι.
4 κατηργήθητε από του Χριστού οίτινες εν νόμω δικαιούσθε,
της χάριτος εξεπέσατε
5 ημείς γαρ Πνεύματι εκ πίστεως ελπίδα δικαιοσύνης
απεκδεχόμεθα.
6 εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε
ακροβυστία, αλλά πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη.
7 Ετρέχετε καλώς τις υμάς ενέκοψε τη αληθεία μη πείθεσθαι;
8 η πεισμονή ουκ εκ του καλούντος υμάς.
9 μικρά ζύμη όλον το φύραμα ζυμοί.
10 εγώ πέποιθα εις υμάς εν Κυρίω ότι ουδέν άλλο φρονήσετε ο
δε ταράσσων υμάς βαστάσει το κρίμα, όστις αν η.
11 εγώ δε, αδελφοί, ει περιτομήν έτι κηρύσσω, τι έτι
διώκομαι; Άρα κατήργηται το σκάνδαλον του σταυρού.
12 όφελον και αποκόψονται οι αναστατούντες υμάς.
Στίχ. 13-21. <<Η σάρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος,
Το δε πνεύμα κατά της σαρκός>>.
13 Υμείς γαρ επ’ ελευθερία εκλήθητε, αδελφοί μόνον μη την
ελευθερίαν εις αφορμήν τη σαρκί, αλλά διά της αγάπης δουλεύετε αλλήλοις.
14 ο γαρ πας νόμος εν ενί λόγω πληρούται, εν τω αγαπήσεις
τον πλησίον σου ως σεαυτόν.
15 ει δε αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπ’
αλλήλων αναλωθήτε.
16 Λέγω δε, πνεύματι περιπατείτε και επιθυμίαν σαρκός ου μη
τελέσητε.
17 η γαρ σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος, το δε πνεύμα κατά
της σαρκός ταύτα δε αντίκειται αλλήλοις, ίνα μη α αν θέλητε ταύτα ποιήτε.
18 ει δε Πνεύματι άγεσθε, ουκ εστέ υπό νόμον.
19 φανερά δε εστι τα έργα της σαρκός, άτινά εστι μοιχεία,
πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια,
20 ειδωλολατρία, φαρμακεία, έχθραι, έρεις, ζήλοι, θυμοί,
εριθείαι, διχοστασίαι, αιρέσεις,
21 φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι και τα όμοια τούτοις, α
προλέγω υμίν καθώς και προείπον, ότι οι τα τοιαύτα πράσσοντες βασιλείαν Θεού ου
κληρονομήσουσιν.
Στίχ. 22-26. Ο καρπός του Αγίου Πνεύματος.
22 ο δε καρπός του Πνεύματος εστιν αγάπη, χαρά ειρήνη,
μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις,
23 πραότης, εγκράτεια κατά των τοιούτων ουκ έστι νόμος.
24 οι δε του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι
και ταις επιθυμίαις.
25 Ει ζώμεν Πνεύματι, πνεύματι και στοιχώμεν.
26 μη γινώμεθα κενόδοξοι, αλλήλους προκαλούμενοι, αλλήλοις
φθονούντες.
Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013
Η ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄.
Στίχ. 1-7. Ο Χριστός μας ηλευθέρωσε από την δουλείαν του
νόμου.
Λέγω δε, εφ’ όσον χρόνον ο κληρονόμος νήπιός εστιν, ουδέν
διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ων,
2 αλλά υπό επιτρόπους εστί και οικονόμους άχρι της
προθεσμίας του πατρός.
3 ούτω και ημείς, ότε ήμεν νήπιοι, υπό τα στοιχεία του
κόσμου ήμεν δεδουλωμένοι
4 ότε δε ήλθεν το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός
τον υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον,
5 ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν
απολάβωμεν.
6 Ότι δε εστε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του υιού
αυτού εις τας καρδίας υμών, κράζον αββά ο πατήρ.
7 ώστε ουκέτι ει δούλος, αλλ’ υιός, και κληρονόμος Θεού διά
Χριστού.
Στίχ. 8-20. Ο Παύλος επιτιμά με αγάπην τους Γαλάτας.
8 Αλλά τότε μεν ουκ ειδότες Θεόν εδουλεύσατε τοις μη φύσει
ούσι θεοίς
9 νυν δε γνότες Θεόν, μάλλον δε γνωσθέντες υπό Θεού, πως
επιστρέφετε πάλιν επί τα ασθενή και πτωχά στοιχεία, οις πάλιν άνωθεν δουλεύειν
θέλετε;
10 ημέρας παρατηρείσθε και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς!
11 φοβούμαι υμάς μήπως εική κεκοπίακα εις υμάς.
12 Γίνεσθε ως εγώ, ότι καγώ ως υμείς, αδελφοί, δέομαι υμών.
ουδέν με ηδικήσατε.
13 οίδατε δε ότι δι’ ασθένειαν της σαρκός ευηγγελισάμην υμίν
το πρότερον,
14 και τον πειρασμόν μου τον εν τη σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε
ουδέ εξεπτύσατε, αλλ’ ως άγγελον Θεού εδέξασθέ με, ως Χριστόν Ιησούν.
15 τις ουν ην ο μακαρισμός υμών; μαρτυρώ γαρ υμίν ότι ει
δυνατόν τους οφθαλμού υμών εξορύξαντες αν εδώκατέ μοι.
16 ώστε εχθρός υμών γέγονα αληθεύων υμίν;
17 ζηλούσιν υμάς ου καλώς, αλλά εκκλείσαι υμάς θέλουσιν, ίνα
αυτούς ζηλούτε.
18 καλόν δε το ζηλούσθαι εν καλώ πάντοτε και μη μόνον εν τω
παρείναί με προς υμάς.
19 τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν
υμίν!
20 ήθελον δε παρείναι προς υμάς άρτι και αλλάξαι την φωνήν
μου, ότι απορούναι εν υμίν.
Στίχ. 21-31. Η ιστορία του Ισμαήλ και του Ισαάκ αλληγορικώς
αποδεικνύει το ανωφελές της τηρήσεως του Μωσαϊκού νόμου.
21 Λέγετέ μοι οι υπό
νόμον θέλοντες είναι τον νόμον ουκ ακούετε;
22 γέγραπται γαρ ότι Αβραάμ δύο υιούς έσχεν, ένα εκ της
παιδίσκης και ένα εκ της ελευθέρας.
23 αλλ’ ο μεν εκ της παιδίσκης κατά σάρκα γεγέννηται, ο δε
εκ της ελευθέρας διά της επαγγελίας.
24 άτινά εστιν αλληγορούμενα. αύται γαρ εισι δύο διαθήκαι,
μία μεν από όρους Σινά, εις δουλείαν γενώσα, ήτις εστίν Άγαρ
25 το γαρ Άγαρ Σινά όρος εστίν εν τη Αραβία, συστοιχεί δε τη
νυν Ιερουσαλήμ, δουλεύει δε μετά των τέκνων αυτής
26 η δε άνω Ιερουσαλήμ ελευθέρα εστίν, ήτις εστί μήτηρ
πάντων ημών.
27 γέγραπται γαρ ευφράνθητι στείρα η ου τίκτουσα, ρήξον και
βόησον η ουκ ωδίνουσα ότι πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον ή της εχούσης τον
άνδρα.
28 ημείς δε, αδελφοί, κατά Ισαάκ επαγγελίας τέκνα εσμέν.
29 αλλ’ ώσπερ τότε ο κατά σάρκα γεννηθείς εδίωκε τον κατά
πνεύμα, ούτω και νυν.
30 αλλά τι λέγει η γραφή; Έκβαλε την παιδίσκην και τον υιόν
αυτής ου μη γαρ κληρονομήσει ο υιός της παιδίσκης μετά του υιού της ελευθέρας.
31 Άρα, αδελφοί,ουκ εσμέν παιδίσκης τέκνα, αλλά της
ελευθέρας.
Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013
Η ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ'.
Στίχ. 1-5. Ο Παύλος επιτιμά τους Γαλάτας.
Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς αβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι, οις κατ' οφθαλμούς Ιησούς Χριστός προεγράφη εν υμίν εσταυρωμένος;
2 τούτο μόνον θέλω μαθείν αφ' υμών εξ έργων νόμου το Πνεύμα ελάβετε ή εξ ακοής πίστεως;
3 ούτως ανόητοί εστε; εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε;
4 τοσαύτα επάθετε εική; ει γε και εική.
5 ο ούν επιχορηγών υμίν το Πνεύμα και ενεργών δυνάμεις εν υμίν, εξ έργων νόμου ή εξ ακοής πίστεως;
Στίχ. 6-14. Η σωτηρία του Χριστιανού εκ πίστεως και κατά την Παλαιάν Διαθήκην.
6 καθώς Αβραάμ επίστευσε τω Θεώ, και ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην.
7 Γινώσκετε άρα ότι οι εκ πίστεως, ούτοί εισιν υιοί Αβραάμ.
8 προϊδούσα δε η Γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο Θεός, προευηγγελίσατο τω Αβραάμ ότι ενευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη.
9 ώστε οι εκ πίστεως ευλογούνται συν τω πιστώ Αβραάμ.
10 Όσοι γαρ εξ έργων νόμου εισίν, υπό κατάραν εισί γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ος ουκ εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμένοις εν τω βιβλίω του νόμου του ποιήσαι αυτά.
11 ότι δε εν νόμω ουδείς δικαιούται παρά τω Θεώ, δήλον ότι ο δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται.
12 ο δε νόμος ουκ έστιν εκ πίστεως, αλλ' ο ποιήσας αυτά άνθρωπος ζήσεται εν αυτοίς.
13 Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου
14 ίνα εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ γένηται εν Χριστώ Ιησού, ίνα την επαγγελίαν του Πνεύματος λάβωμεν διά της πίστεως.
Στίχ. 15-29. Ο Μωσαϊκός νόμος παιδαγωγός εις Χριστόν.
Διά της πίστεως εις τον Ι. Χριστόν γινίμεθα υιοί του Θεού.
15 Αδελφοί, κατά άνθρωπον λέγω όμως ανθρώπου κεκυρωμένην διαθήκην ουδείς αθετεί ή επιδιατάσσεται.
16 τω δε Αβραάμ ερρέθησαν αι επαγγελίαι και τω σπέρματι αυτού ου λέγει, και τοίς σπέρμασιν, ως επί πολλών, αλλ' ως εφ' ενός, και τω σπέρματί σου, ος εστι Χριστός.
17 τούτο δε λέγω διαθήκην προκεκυρωμένην υπό του Θεού εις Χριστόν ο μετά έτη τετρακόσια και τριάκοντα γεγονώς νόμος ουκ ακυροί, εις το καταργήσαι την επαγγελίαν.
18 ει γαρ εκ νόμου η κληρονομία, ουκέτι εξ επαγγελίας τω δε Αβραάμ δι' επαγγελίας κεχάρισται ο Θεός.
19 Τι ουν ο νόμος; των παραβάσεων χάριν προσετέθη, άχρις ου έλθη το σπέρμα ω επήγγελται, διαταγείς δι' αγγέλων εν χειρί μεσίτου.
20 ο δε μεσίτης ενός ουκ έστιν, ο δε Θεός εις εστιν.
21 ο ουν νόμος κατά των επαγγελιών του Θεού; μη γένοιτο. ει γαρ εδόθη νόμος ο δυνάμενος ζωοποιήσαι, όντως αν εκ νόμου ην η δικαιοσύνη
22 αλλά συνέκλεισεν η γραφή τα πάντα υπό αμαρτίαν, ίνα η επαγγελία εκ πίστεως Ιησού Χριστού δοθή τοις πιστεύουσι.
23 Προ δε του ελθείν την πίστιν υπό νόμον εφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εις την μέλλουσαν πίστιν αποκαλυφθήναι.
24 ώστε ο νόμος παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν, ίνα εκ πίστεως δικαιωθώμεν
25 ελθούσης δε της πίστεως ουκέτι υπό παιδαγωγόν εσμεν.
26 πάντες γαρ υιοί Θεού εστε διά της πίστεως εν Χριστώ Ιησού
27 όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε.
28 ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού.
29 ει δε υμείς Χριστού, άρα του Αβραάμ σπέρμα εστέ και κατ' επαγγελίαν κληρονόμοι.
Στίχ. 1-5. Ο Παύλος επιτιμά τους Γαλάτας.
Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς αβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι, οις κατ' οφθαλμούς Ιησούς Χριστός προεγράφη εν υμίν εσταυρωμένος;
2 τούτο μόνον θέλω μαθείν αφ' υμών εξ έργων νόμου το Πνεύμα ελάβετε ή εξ ακοής πίστεως;
3 ούτως ανόητοί εστε; εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε;
4 τοσαύτα επάθετε εική; ει γε και εική.
5 ο ούν επιχορηγών υμίν το Πνεύμα και ενεργών δυνάμεις εν υμίν, εξ έργων νόμου ή εξ ακοής πίστεως;
Στίχ. 6-14. Η σωτηρία του Χριστιανού εκ πίστεως και κατά την Παλαιάν Διαθήκην.
6 καθώς Αβραάμ επίστευσε τω Θεώ, και ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην.
7 Γινώσκετε άρα ότι οι εκ πίστεως, ούτοί εισιν υιοί Αβραάμ.
8 προϊδούσα δε η Γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο Θεός, προευηγγελίσατο τω Αβραάμ ότι ενευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη.
9 ώστε οι εκ πίστεως ευλογούνται συν τω πιστώ Αβραάμ.
10 Όσοι γαρ εξ έργων νόμου εισίν, υπό κατάραν εισί γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ος ουκ εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμένοις εν τω βιβλίω του νόμου του ποιήσαι αυτά.
11 ότι δε εν νόμω ουδείς δικαιούται παρά τω Θεώ, δήλον ότι ο δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται.
12 ο δε νόμος ουκ έστιν εκ πίστεως, αλλ' ο ποιήσας αυτά άνθρωπος ζήσεται εν αυτοίς.
13 Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου
14 ίνα εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ γένηται εν Χριστώ Ιησού, ίνα την επαγγελίαν του Πνεύματος λάβωμεν διά της πίστεως.
Στίχ. 15-29. Ο Μωσαϊκός νόμος παιδαγωγός εις Χριστόν.
Διά της πίστεως εις τον Ι. Χριστόν γινίμεθα υιοί του Θεού.
15 Αδελφοί, κατά άνθρωπον λέγω όμως ανθρώπου κεκυρωμένην διαθήκην ουδείς αθετεί ή επιδιατάσσεται.
16 τω δε Αβραάμ ερρέθησαν αι επαγγελίαι και τω σπέρματι αυτού ου λέγει, και τοίς σπέρμασιν, ως επί πολλών, αλλ' ως εφ' ενός, και τω σπέρματί σου, ος εστι Χριστός.
17 τούτο δε λέγω διαθήκην προκεκυρωμένην υπό του Θεού εις Χριστόν ο μετά έτη τετρακόσια και τριάκοντα γεγονώς νόμος ουκ ακυροί, εις το καταργήσαι την επαγγελίαν.
18 ει γαρ εκ νόμου η κληρονομία, ουκέτι εξ επαγγελίας τω δε Αβραάμ δι' επαγγελίας κεχάρισται ο Θεός.
19 Τι ουν ο νόμος; των παραβάσεων χάριν προσετέθη, άχρις ου έλθη το σπέρμα ω επήγγελται, διαταγείς δι' αγγέλων εν χειρί μεσίτου.
20 ο δε μεσίτης ενός ουκ έστιν, ο δε Θεός εις εστιν.
21 ο ουν νόμος κατά των επαγγελιών του Θεού; μη γένοιτο. ει γαρ εδόθη νόμος ο δυνάμενος ζωοποιήσαι, όντως αν εκ νόμου ην η δικαιοσύνη
22 αλλά συνέκλεισεν η γραφή τα πάντα υπό αμαρτίαν, ίνα η επαγγελία εκ πίστεως Ιησού Χριστού δοθή τοις πιστεύουσι.
23 Προ δε του ελθείν την πίστιν υπό νόμον εφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εις την μέλλουσαν πίστιν αποκαλυφθήναι.
24 ώστε ο νόμος παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν, ίνα εκ πίστεως δικαιωθώμεν
25 ελθούσης δε της πίστεως ουκέτι υπό παιδαγωγόν εσμεν.
26 πάντες γαρ υιοί Θεού εστε διά της πίστεως εν Χριστώ Ιησού
27 όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε.
28 ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού.
29 ει δε υμείς Χριστού, άρα του Αβραάμ σπέρμα εστέ και κατ' επαγγελίαν κληρονόμοι.
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)