Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Περί των κεκοιμημένων

Μη αρνείσαι να προσφέρης λάδι και να ανάβης κεριά στον τάφο του, επικαλούμενος Χριστόν τον Θεόν, και αν ακόμα ο κοιμηθείς τελείωσε ευσεβώς τη ζωή του και τοποθετήθηκε στον ουρανό. Γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα από το Θεό και προσκομίζουν μεγάλη την ανταπόδοσή του, γιατί το λάδι και το κερί είναι θυσία και η θεία λειτουργία είναι εξιλέωση. Η δε αγαθοεργία φέρνει τελικά προσαύξηση σε κάθε αγαθή ανταπόδοση. Ο σκοπός του προσφέροντος γιά την ψυχή κοιμηθέντος είναι ίδιος με τα όσα κάνει όποιος έχει μικρό παιδί άρρωστο και αδύναμο, για το οποίο προσφέρει στον ιερό ναό κεριά, θυμίαμα και λάδι με πίστη και τα χαρίζει όλα γιά το παιδί του. Τα κρατάει και τα προσφέρει με τα χέρια του σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρει το ίδιο το παιδί, ακριβώς δηλ. όπως γίνεται όταν στο βάπτισμα αποκηρύσσεται ο σατανάς από τον ανάδοχο γιά λογαριασμό του νηπίου. Παρομοίως πρέπει να θεωρείται και όποιος πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι κρατάει και προσφέρει τα κεριά και το λάδι, και όλα όσα προσφέρονται γιά τη λύτρωσή του. Έτσι με τη χάρη του Θεού η προσπάθεια που γίνεται με πίστη δεν θα πάει χαμένη. Να είστε σίγουροι ότι οι θείοι απόστολοι και οι θεοδίδακτοι διδάσκαλοι και οι θεόπνευστοι πατέρες, αφού πρώτα ανώθηκαν με το θείο και φωτίσθηκαν καθόρισαν με τρόπο θεάρεστο τις λειτουργίες, τις προσευχές και τις ψαλμωδίες, που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων που πέθαναν. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα, πάντα με τη χάρη του φιλανθρώπου Θεού, αυξάνονται και συμπληρώνονται σ' όλα τα σημεία του ορίζοντος γιά να δοξάζεται και να εξυμνείται ο Κύριος των κυρίων και Βασιλεύς των βασιλευόντων. 

Μέγας Αθανάσιος

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Ένας νέος πόθησε ν' αφιερώση τή ζωή του στό Θεό, ακολουθώντας τόν ερημικό βίο. Η μητέρα του όμως δέν τόν άφηνε κι' έκανε ότι μπορούσε νά τόν εμποδίση. - Αμαρτάνεις στόν Θεό, τής έλεγε συχνά εκείνος, βάζοντας στό δρόμο του τόσα προσκόμματα. Θέλω νά φύγω, νά σώσω τήν ψυχή μου. Τέλος, μέ τά πολλά κατάφερε νά τήν πείση. Έφυγε ευθύς στήν έρημο, βρήκε μιά καλύβα κι' έμεινε εκεί ν' ασκητεύη μόνος. Ύστερα από λίγο καιρό πέθανε κι' η μητέρα του πού δέν ήταν καθόλου καλή χριστιανή. Στήν αρχή ο νέος ερημίτης πήγαινε καλά, αγωνιζόταν. Μέ τόν καιρό όμως άρχισε νά χάνη τόν ζήλο του. Βαρέθηκε τή μοναξιά, παραμέλησε τά καθήκοντά του πού είχε σάν μοναχός καί στό τέλος κατάντησε νά μή δίνη σημασία γιά τή σωτηρία του. Κάποτε αρρώστησε βαρειά καί λίγο έλειψε νά πεθάνη. Ένας αδελφός, πού από αγάπη τόν φρόντιζε, τόν είδε νά πέφτη εξαντλημένος σέ βαθειά λιποθυμία. Ο ίδιος, όπως διηγείτο αργότερα, ένοιωσε νά χωρίζεται βίαια η ψυχή από τό σώμα του καί νά βυθίζεται στή σκοτεινή άβυσσο τής Κολάσεως. Εκεί, ανάμεσα στούς άλλους κολασμένους, βρήκε τή μητέρα του. Τόν είδε κι' εκείνη η δυστυχισμένη καί σάστισε. - Κι' εσύ, γυιέ μου, τού είπε θρηνώντας, σέ τούτο τόν καταραμένο τόπο τής απελπισίας καταδικάστηκες; Πού είναι λοιπόν τά λόγια πού μού έλεγες, πώς θέλεις νά σώσης τήν ψυχή σου; Έγινες καλόγηρος, μά δέν τήν έσωσες. Τόσο ντροπιάστηκε ο Μοναχός από τή δίκαιη εκείνη παρατήρησι, πού δέν έβρισκε λόγια νά δικαιολογηθή. Ευχόταν τή στιγμή εκείνη ν' άνοιγε πιό βαθειά ο Άδης νά τόν κρύψη, παρά ν' ακούη τόν έλεγχο τής μάνας του. Στή δύσκολη θέσι πού βρισκόταν, τού φάνηκε πώς άκουσε τήν προσταγή: - Πάρτε τον πίσω. Τού χαρίζεται λίγη προθεσμία νά διορθωθή. Ύστερα απ' αυτό ήρθε στίς αισθήσεις του. Τρομαγμένος διηγήθηκε στόν αδελφό του όσα είχε ιδεί κι' ακούσει. Σέ λίγες μέρες έγινε καλά από τήν αρρώστια του, αλλά καί ψυχικά αναγεννήθηκε. Κλείστηκε στήν καλύβα του καί φρόντιζε μέ φόβο καί τρόμο γιά τήν σωτηρία τής ψυχής του. Κάθε μέρα έκλαιγε μέ δάκρυα πικρά, βαθειά μετανοημένος γιά τήν περασμένη του αμέλεια. - Μήν κάνης έτσι, αδελφέ, τού έλεγαν οι γέροντες, θ' αρρωστήσης πάλι από τήν υπερβολική σου θλίψι. - Άν δέν υπέφερα, πατέρες μου, τούς έλεγε εκείνος, τό ντρόπιασμα τής μητέρας μου, πώς θά υπομείνω τάχα τήν καταισχύνη πού θά μού κάνη ο Κριτής μπροστά στούς Αγγέλους, στούς Δικαίους καί σ' όλους τούς συνανθρώπους μου τή φοβερή στιγμή πού θά μέ κρίνη;
Μέ τήν μελέτη αυτή ο πρώην αμελής Ερημίτης έφτασε σέ αγιότητα.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Κατέβηκε μιά μέρα στήν πόλι νά πουλήση τά πανέρια του ένας γέρος Αββάς. Κατάκοπος από τήν οδοιπορία πήγε καί κάθησε στό σκαλοπάτι ενός μεγάλου σπιτιού πού βρέθηκε στό δρόμο του. Τή στιγμή εκείνη ψυχορραγούσε ο πλούσιος νοικοκύρης τού σπιτιού. Ενώ ο Αββάς ξεκουραζόταν, ανίδεος γιά ότι γινόταν μέσα, είδε ξαφνικά νά έρχωνται καλπάζοντας πλήθος μαύροι καβαλλάρηδες, άγριοι στήν όψι. Στήν εξώθυρα κατέβηκαν από τά κατάμαυρα επίσης άλογά τους κι' ώρμησαν στό σπίτι. Ο γέροντας κατάλαβε καί τούς ακολούθησε ώς επάνω στό δωμάτιο τού ετοιμοθανάτου. Σάν τούς αντίκρυσε εκείνος, έβγαλε σπαρακτικές κραυγές:
- Θεέ μου, σώσε με.
Εκείνοι τόν ειρωνεύτηκαν σκληρά:
- Τώρα στή δύσι τής ζωής σου θυμάσαι τάχα τό Θεό;
Πολύ αργά τό σκέφτηκες. Γιατί δέν τόν φώναζες από τήν αυγή; Τώρα μάς ανήκεις.
Καθώς έλεγαν αυτά εκείνοι οι απάνθρωποι απόσπασαν μέ βία τήν ψυχή του καί μέ θριαμβευτικό αλαλαγμό απομακρύνθηκαν.
Ο Αββάς έμεινε σάν πεθαμένος από τή θλίψι καί τήν τρομάρα του. Όταν ύστερα από πολλή ώρα συνήλθε, διηγήθηκε γιά ωφέλεια τών άλλων, τί τού είχε φανερώσει ο Θεός.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

Ή κρίση τού θανάτου

Σέ μιά ξεροκαλύβα τής Ιεράς Νέας Σκήτης του Αγίου Παύλου, πρίν από πολλά χρόνια, ένας υποτακτικός, Μηνάς τό όνομα του, αρρώστησε βαρειά γιά θάνατο.
Ξαφνικά εκεί πού νόμιζαν οι πατέρες πού τόν φρόντιζαν πώς θά πεθάνει, βλέπουν καί έκανε απότομες κινήσεις τών χεριών καί του κεφαλιού του. Οί παρευρισκόμενοι εκεί παρακολουθούσαν μέ πολλή περιέργεια καί ενδιαφέρον τίς κινήσεις καί σέ ερώτησή τους, ο μελλοθάνατος, είπε: «Κριτήριο, αδελφοί μου, Κριτήριο, φοβερό Κριτήριο στό οποίο αντιδικούν οι Δαίμονες μέ τους Αγγέλους. Σας παρακαλώ αδελφοί μου κάνετε προσευχή γιά τήν ψυχή μου» καί λέγοντας αυτά, μετά πολλών ωρών πάλη καί αγωνία, παρέδωσε τό πνεύμα.

Τρίτη 11 Μαΐου 2010

Η δύναμις τής Προσευχής τού Ιησού

Μαρτυρία τής Μοναχής Τατιανής (1912)


Ματά τήν πρωϊνή Ακολουθία, στίς 5π.μ., μόλις είχα ξαπλώσει γιά νά αναπαυθώ, όταν μία ασυνήθιστη οπτασία άρχισε.

Είδα τόν εαυτό μου στήν Πετρούπολι, στό νησί Βασίλιεφ. Επρόκειτο νά πάω στήν Θ. Λειτουργία τού Καθεδρικού Ναού τού Αγίου Νικολάου φόρεσα τό Μοναχικό μου Σχήμα καί κάθισα σέ μία μικρή άμαξα.

Ξαφνικά, βρέθηκα σέ μία σκοτεινή πλατεία. Φοβισμένη καί τρομοκρατημένη έτρεξα σέ διαφορετικές κατευθύνσεις, ψάχνοντας γιά μία διέξοδο από εκείνη τήν άσχημη κατάστασι.

Ξαφνικά, βλέπω εκατοντάδες ανθρώπους νά έρχωνται. Ήσαν όλοι τους λαϊκοί. Τά πρόσωπά τους ήσαν σκοτεινά, πληγμένα από μία αιώνια θλίψι, όπως ακριβώς καί τό ιδικό μου πρόσωπο.

<<Ποιοί είσθε;>>... τούς ερώτησα.

Η απάντησίς τους: <<Εμείς περάσαμε αιφνίδια στήν αιωνιότητα, όπως καί σύ>>...

Αυτό πού αισθάνθηκα εκείνη τήν στιγμή δέν είναι δυνατόν νά περιγραφή!...

Φόβος καί τρόμος διεπέρασε ολόκληρη τήν ύπαρξί μου.

Εκείνη τήν στιγμή ένας ακτινοβόλος άνθρωπος, τού οποίου τό πρόσωπο ήταν κρυμμένο από τό φώς πού εξέπεμπε, ήλθε σέ μένα καί μού είπε:

<<Ακολούθησέ με>>... καί μέ πήρε στίς κρίσεις τών ψυχών τών ανθρώπων πού έχουν πεθάνει. Μέ πέρασε από δάση, στέππες καί κτίρια. Οι στέππες ήσαν ατέλειωτες καί ένοιωθα ότι είχα αφήσει τήν ζωή μου στήν γή καί ότι είχα εισέλθει στήν ζωή πέραν τού τάφου, αλλά απροετοίμαστα καί απρόσμενα... Τότε, μέ πήρε μέσα σ' έναν θάλαμο, όπου ήταν συγκεντρωμένο ένα πλήθος λαϊκών, ανδρών καί γυναικών, ενηλίκων καί παιδιών. Όλοι διακατείχοντο από μίαν αιώνια λύπη. Στό μέσον τού θαλάμου, σ' ένα πελώριο τραπέζι, καθόταν μία κυρία καί μού είπε:

<<Αυτό τό μέρος είναι προετοιμασμένο γιά σένα, μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τού Κυρίου>>...

Κοίταξα όλους τούς ανθρώπους εκεί καί ερώτησα:

<<Τί κάνετε εδώ; Προσεύχεσθε εδώ στόν Θεό;>>... Μού απάντησαν μέ λύπη:

<<Στήν αιωνιότητα ο Κύριος δέν θά μάς ακούη, εξ αιτίας τής απρόσεκτης συμπεριφοράς μας κατά τήν διάρκεια τής ζωής μας στήν γή. Ποτέ δέν θά έχουμε τήν τόλμη νά επικαλεσθούμε τό Όνομα τού Κυρίου. Όταν ζούσαμε στήν γή, μάς εδόθη τό έργον τού νά υποφέρουμε γιά τούς εαυτούς μας καί νά προσευχώμεθα γιά τίς ψυχές μας. Η εντολή τού Χριστού "αδιαλείπτως προσεύχεσθε" ήταν τό καθήκον μας. Άν καί σέ ολόκληρη τήν ζωή μας έπρεπε νά λέμε τήν Ευχή τού Ιησού, σέ κάθε μας αναπνοή, δέν προσέχαμε τήν κατάστασι τής καρδιάς μας. Αλλά, όπως δέν μπορούμε νά ζήσουμε χωρίς αέρα, έτσι καί η ψυχή αποθνήσκει δίχως τήν συνεχή προσευχή. Ήμασταν άνθρωποι μέ καλή συμπεριφορά εκπληρώναμε όλα μας τά καθήκοντα αλλά όχι τό σπουδαιότερο, τής προσευχής>>...

Όταν τό άκουσα αυτό, άρχισα νά προσεύχωμαι καί νά κάνω τό σημείον τού σταυρού. Καί τί συνέβη;... Πρός φρίκην μου, αισθάνθηκα ότι ακόμη καί ο ήχος τής φωνής μου, επέστρεφε πίσω σέ μένα!... Κοίταξα γύρω μου καί είδα μία μεταλλική οροφή, τοίχους καί ένα βαμμένο ξύλινο πάτωμα. Τότε άρχισα νά τρέμω από τόν φόβο καί από τήν αίσθησι ότι δέν μπορούσα νά αποδράσω από τήν δυσάρεστη εκείνη κατάστασι. Οι άνθρωποι γύρω μου έλεγαν:

<<Στήν αιωνιότητα ο Κύριος δέν θά μάς ακούη. Μόνον εκείνοι πού ζούν στήν γή, μπορούν νά μάς μνημονεύουν ενώπιόν Του>>...

Καί τότε η κυρία άρχισε νά μού λέη:

<<Αυτοί οι άνθρωποι ήσαν καλοί Χριστιανοί. Αγαπούσαν τόν Κύριο καί επιτελούσαν καλές πράξεις γιά τόν πλησίον τους, αλλά δέν απέκτησαν τόν Κύριο στίς ψυχές τους. Καί αυτοί, όπως καί σύ, κατέληξαν εδώ εξ αιτίας τής απρόσεκτης ζωής τους, διότι νόμιζαν ότι όλοι ζούν κατά τόν ίδιο τρόπο>>.

<<Ώ>>!... είπα. << Ώ, πόσο βασανίζομαι καί υποφέρω! Είναι σάν νά μέ καίη φωτιά>>!...

Έπεσα κάτω καί αισθάνθηκα, ότι τό σώμα μου χωριζόταν από τά οστά μου.

<<Τι τρόπο ζωής ήθελες;>>... μέ ρώτησε η κυρία.

Απάντησα τρέμοντας:

<<Θά ήθελα μία τέτοια ζωή, ώστε όταν πέθαινα, νά έβλεπα τά επίγεια καί τά επουράνια, τόν Κύριο καί τήν Μητέρα τού Θεού>>...

Στό σημείο αυτό η κυρία χαμογέλασε καί είπε:

<<Μόνον οι Άγιοι εισέρχονται στήν αιωνιότητα κατ' αυτό τόν τρόπο. Εκείνοι, οι οποίοι κατά τήν διάρκεια τής ζωής τους απέκτησαν τόν Κύριο στήν καρδιά τους μέ τήν Προσευχή τού Ιησού. Αλλά εσύ είσαι Μοναχή, καί δέν τό δίδαξες αυτό στόν εαυτό σου! Διά μέσου αυτής τής προσευχής, η Χάρις τού Θεού έρχεται νά κατοικήση, καί η ψυχή όταν χωρίζεται από τό σώμα είναι μέ τόν Χριστό καί δέν αισθάνεται τόν τρόμο αυτό, πού εσύ δοκιμάζεις τώρα. Ο Παράδεισος είναι στήν ψυχή τού ανθρώπου όπου είναι παρών ο Κύριος, εκεί είναι καί ο Παράδεισος. Πρέπει νά πής γιά τό όραμά σου σέ όλους τούς Μοναχούς καί τούς Χριστιανούς, πού ζούν στόν κόσμο καί πού χάνονται εξ αιτίας τής απροσεξίας τους. Μόνον, νά μή τό πής στούς απίστους καί σ' εκείνους πού έχουν αδύνατη πίστι. Ο Παντοδύναμος μπορεί νά αναστήση άνθρωπο πεθαμένο από εκατό χρόνια, γιά νά αποδείξη τήν μετά θάνατον ζωή, αλλά ο αναστημένος δέν θά γινόταν πιστευτός καί θά τόν σκότωναν>>.

Καθώς η κυρία πρόφερε αυτά τά λόγια, ένοιωσα ξαφνικά κάποια ελπίδα, ότι θά γυρνούσα στήν γή! Όλοι εκείνοι στόν μεταλλικό θάλαμο μέ διεπέρασαν μέ τό βλέμμα τους λέγοντας:

<<Εννοείς δηλαδή, ότι αυτή θά βγή από τόν φοβερό αυτό βασανιστικό θάλαμο;>>...

Η κυρία συνέχισε:

Άν κάποιος πεθάνη λέγοντας τήν Προσευχή τού Ιησού, η ψυχή του παρίσταται ενώπιον τού Κυρίου καί θά είναι αδιαχώριστη από Αυτόν στήν αιωνιότητα. Ομοίως, άν ένας άνθρωπος πεθάνη προφέροντας τήν προσευχή ''Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με τόν αμαρτωλόν", τότε θά είναι αχώριστος από τήν Μητέρα τού Θεού. Άν κάποιος δέν είναι ικανός νά προφέρη ούτε μία λέξι, τότε η ψυχή του, άν αγωνίσθηκε γιά τήν προσευχή αυτή κατά τήν διάρκεια τής ζωής του στήν γή, θά τήν πή στήν επιθανάτια κλίνη. Η κατάστασις, στήν οποία η ψυχή αφήνει τό σώμα, είναι η κατάστασις πού παραμένει γιά πάντα. Δέν θά υπάρχη αλλαγή πρός τό καλύτερο. Μόνον άν μνημονεύεται (στήν γή) μπορεί νά αλλάξη τήν κατάστασι τής ψυχής του>>.

Τότε μού είπε:

<<Ώ Μοναχοί, Μοναχοί! Ονομάζετε τούς εαυτούς σας Μοναχούς, λέγοντας ότι έχετε εγκαταλείψει τά εγκόσμια. Αλλά πώς ακριβώς ζείτε; Δέν εναποθέτετε όλα τά προβλήματά σας στόν Θεό καί στήν Μητέρα τού Θεού, αλλά σκέπτεσθε: Χρειάζομαι νά έχω αυτό κι' εκείνο δέν μπορώ νά ζήσω χωρίς τούτο καί τό άλλο. Η Μητέρα τού Θεού δέν φροντίζει γιά τέτοιους Μοναχούς ούτε σ' αυτή τήν ζωή, ούτε στήν μέλλουσα. Φροντίζει μόνον γιά εκείνους, πού εναποθέτουν όλα τά προβλήματά τους σ' Αυτήν, πού υπομένουν στίς θλίψεις, τήν πτωχεία καί τίς ασθένειες στό Όνομα τής Μητέρας τού Θεού καί λέγουν: Αυτά πρέπει νά ευαρεστούν τήν Βασίλισσα τών Ουρανών όλα αυτά μού ήλθαν σύμφωνα μέ τό θέλημα τού Υψίστου>>.

<<Θέλεις νά σου δείξω τίς απρόσεκτες Μοναχές;>>... συνέχισε η κυρία.

<<Κοίταξε>>...

Καί είδα νά έρχωνται Μοναχές εκείνες πού υπηρετούσαν στό Ιερό καί έκλεβαν χρήματα, κρατούσαν στά χέρια τους γιά πάντα μαζί τους χαρτιά, τά οποία έγραφαν σέ ποιόν ανήκαν τά χρήματα. Ήλθαν καί άλλες, εκείνες πού δέν διατηρούσαν τήν αγνότητά τους. Υπήρχαν ψάλτριες μεταξύ τους τά πρόσωπά τους ήταν λυπημένα, όπως τό ιδικό μου, πληγμένα από μία αιώνια λύπη.

<<Ψάλτε έναν ύμνο στήν Μητέρα τού Θεού θέλω νά ακούσω!>>... είπα. Καί αυτές απάντησαν:

<<Δέν έχουμε τέτοια τόλμη πλέον, διότι όταν ζούσαμε στό Μοναστήρι δέν Τήν υπηρετούσαμε μέ καθαρή καρδιά>>.

Έκλαυσα πικρά, διότι εξ αιτίας τής απροσεξίας μας στερούμεθα αυτής τής ευλογίας,νά ψέλνουμε ύμνους στόν Κύριο καί στήν Παναγία Μητέρα Του.

Μετά απ' όλα αυτά πού είδα καί άκουσα, ο άνθρωπος πού μέ πήρε μέσα στά κριτήρια ήλθε καί μού είπε:

<<Τώρα θά πάμε στό μέρος, όπου η ψυχή σου χωρίσθηκε από τό σώμα σου>>...

Αμέσως ξύπνησα στό κρεβάτι μου. Φοβόμουν νά κινηθώ κοιτούσα τό κάθετί στό κελλί μου, τακτοποιήθηκα, έκανα τό σημείο τού στυρού καί πρόφερα τήν προσευχή: Δόξα τώ Θεώ, ήταν μόνον ένα όνειρο!...

Δέν πρόλαβα νά πώ αυτές τίς λέξεις, όταν ξαφνικά ξαναβρέθηκα στήν άλλη ζωή καί ο άνδρας πού μέ ωδήγησε, μού είπε:

<<Μή νομίζης ότι ήταν ένα όνειρο. Ήσουν ακριβώς στήν πέραν τού τάφου ζωή!>>...

Έπεσα στά γόνατα μπροστά του:

<<Αλλοίμονό μου! Πόσο άθλια είμαι! Είμαι πάλι πίσω, εδώ. Γιατί κοίταζα μόνον τά πράγματα στό κελλί μου καί δέν έτρεξα νά φύγω;>>...

<<Ακολούθησέ με>>... μού είπε.

<<Θά επισκεφθούμε πολλά μέρη γιά είκοσι ημέρες καί μετά θά επιστρέψουμε στό μέρος, πού είναι ετοιμασμένο γιά σένα, γιά νά παραμείνης μέχρι τήν Δευτέρα Έλευσι τού Κυρίου>>.

Έκλαιγα καί δέν μπορούσα νά περπατήσω.

Γύρισε τό πρόσωπό του καί μέ κοίταξε μέ ευσπλαγχνία.


Τόν ερώτησα: <<Είσαι ο φύλακας Άγγελός μου;>>.

<<Ναί>>... μού απάντησε.

Άρχισα νά τόν ικετεύω:

<<Προσευχήσου στόν Ύψιστο καί γύρισε τήν ψυχή μου, ώστε νά μετανοήσω>>.

Τότε ο φύλακας Άγγελός μου είπε:

<<Θά σέ πάω πίσω, αλλά υπό έναν όρο: θά πής όλα όσα είδες καί άκουσες εδώ>>...

Έπεσα στά γόνατα καί υποσχέθηκα, ότι θά τά έκανα όλα αυτά. Καί ξαφνικά, εκείνη τήν στιγμή ένοιωσα χαρά στήν ψυχή μου.

Ο Άγγελος μού είπε:

<<Ο Κύριος δέν είναι στήν καρδιά σου, αλλά υποσχέθηκες νά Τόν αποκτήσης. Άν νικηθής από ανόητη εντροπή καί δέν εκπληρώσης τήν υπόσχεσί σου, τότε θά γυρίσης εδώ στό προηγούμενο μέρος σου. Θά είμαι μαζί σου καί θά παρακολουθώ πώς θά τά κάνης όλα αυτά>>...

Αμέσως ξαναβρέθηκα στό κρεβάτι μου.

Πετάχθηκα, καί είδα τόν άνδρα νά στέκεται δίπλα στό κρεβάτι μου.

Έτρεξα στήν υπεύθυνη τού κελλιού μου, λέγοντας:

<<Ήμουν στήν μετά θάνατον ζωή!>>.

Μετά έτρεξα από εκεί στίς πόρτες, γιά νά τό πώ σέ όλες τίς Αδελφές.

Ο άνδρας στεκόταν ακόμη στό ίδιο σημείο.

Φοβόμουν, ότι επρόκειτο κάτι νά μού συμβή...

Άνοιξα τήν πόρτα γιά νά τά πώ όλα χωρίς εντροπή καί χωρίς νά αποκρύψω τίποτε, καί είδα ότι ο άνδρας εξαφανίσθηκε μέσα στόν τοίχο.

Βγήκα καί πάλι στόν διάδρομο σέ έξαλλη κατάστασι κάλεσα τίς Αδελφές.

Αυτές έτρεξαν περικυκλώνοντάς μας καί εξεπλάγησαν από τήν εξαιρετική αλλαγή πού έβλεπαν σέ μένα, καί η οποία είχε επέλθει σέ τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.

Μέ είχαν ιδή εντελώς ήρεμη είκοσι λεπτά νωρίτερα στήν συνηθισμένη μας ακολουθία.

Έπεσα στά γόνατα μπροστά τους καί είπα σ' αυτές, ότι από τήν στιγμή αυτή αλλάζω εντελώς...

Κανένας τρόμος στήν γή δέν μπορεί νά συγκριθή μέ τήν φρίκη, τήν οποίαν δοκίμασα στήν μετά θάνατον ζωή. Καί μέχρι σήμερα συνεχώς λεώ σέ όλους γιά όσα είδα, χωρίς κανέναν δισταγμό. Αμήν!




<<Ορθόδοξα θαύματα στόν 20ό αιώνα>>, έκδ. <>, Μόσχα 1993, σελ. 305-311









Τρίτη 4 Μαΐου 2010

Ο θάνατος γιά τούς δικαίους δέν είναι συμφορά, αλλ' αντίθετα απελευθέρωσις από τήν τυραννία τών παθών καί αιώνια πνευματική ένωσις μέ τόν Κύριο. Η παρούσα ζωή καί ο ακατάπαυστος πόλεμος τών παθών συσσωρεύουν πολύ κόπο στήν ψυχή. Ο κατά Θεόν θάνατος είναι ανάπαυσις τής ψυχής από τούς κόπους. Μή φοβάσαι λοιπόν τόν θάνατο, μόνο νά είσαι έτοιμος κάθε στιγμή γιά τόν ερχομό του.

Αγίου Δημητρίου Ροστώφ

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

ΤΑ ΤΕΛΩΝΙΑ

Κατά την Ορθόδοξο πίστι την ώρα του θανάτου και της εξόδου της ψυχής απο το σώμα και προτού η ψυχή μεταβή εις την μέση κατάστασι των ψυχών αναμένουσα την γενική και τελική κρίσι απο τον Θεάνθρωπο Κύριο κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας, υφίσταται τελωνισμό απο τα πονηρά πνεύματα.

1)Το τελώνιο της καταλαλιάς.
2)Το τελώνιο της ύβρεως.
3)Το τελώνιο του φθόνου.
4)Το τελώνιο του ψεύδους.
5)Το τελώνιο του θυμού και της οργής.
6)Το τελώνιο της υπερηφανείας.
7)Το τελώνιο της βλασφημίας.
8)Το τελώνιο της μωρολογίας και της φλυαρίας.
9)Το τελώνιο του τόκου και του δόλου.
10)Το τελώνιο της οκνηρίας και του ύπνου.
11)Το τελώνιο της φιλαργυρίας.
12)Το τελώνιο της μέθης.
13)Το τελώνιο της μνησικακίας.
14)Το τελώνιο της μαγείας και γοητείας.
15)Το τελώνιο της γαστριμαργίας και πολυφαγίας.
16)Το τελώνιο της ειδωλολατρία.
17)Το τελώνιο της αρσενοκοιτίας.
18)Το τελώνιο των χρωματοπροσώπων.
19)Το τελώνιο της μοιχείας.
20)Το τελώνιο του φόνου.
21)Το τελώνιο της κλοπής.
22)Το τελώνιο της πορνείας.
23)Το τελώνιο της ασπλαγχνίας.