Μουσικός όρος. Είναι αργά, μουσικά μαθήματα που προστίθενται στο τέλος ορισμένων ύμνων και ψάλλονται κυρίως σε πανηγύρεις και ολονυκτίες. Στα Κρατήματα χρησιμοποιούνται οι συλλαβές << Τεριρέμ >>, << Τενενά >>, << Νενενά >> κ. ά. Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί στις συλλαβές αυτές είναι: 1) Με τις συλλαβές αυτές η Θεοτόκος νανούριζε τον μικρό Χριστό, 2) Τις συλλαβές αυτές είπαν οι Ιεροψάλτες όταν εισήλθον οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούποκη ( 1453 ) και 3) Οι ιεροψάλτες επιδεικνύουν τις ιεροψαλτικές και φωνητικές τους ικανότητες.
Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014
Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Στίχ. 1-4. Αι θλίψεις μας ωφελούν πνευματικώς.
Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος, ταις δώδεκα φυλαίς ταις εν τη διασπορά χαίρειν.
2 Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις,
3 γινώσκοντες ότι το δοκίμιον υμών της πίστεως κατεργάζεται υπομονήν
4 η δε υπομονή έργον τέλειον εχέτω, ίνα ήτε τέλειοι και ολόκληροι, εν μηδενί λειπόμενοι.
Στίχ. 5-8. Αίτησις σοφίας παρά Θεού.
5 Ει δε τις υμών λείπεται σοφίας, αιτείνω παρά του διδόντος Θεού πάσιν απλώς και ουκ ονειδίζοντος, και δοθήσεται αυτώ
6 αιτείνω δε εν πίστει, μηδέν διακρινόμενος ο γαρ διακρινόμενος έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω και ριπιζομένω.
7 μη γαρ οιέσθω ο άνθρωπος εκείνος ότι λήψεταί τι παρά του Κυρίου.
8 ανήρ δίψυχος ακατάστατος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού.
Στίχ. 9-11. Η πτωχεία δεν είναι κακόν και ο πλούτος δεν είναι πλεονέκτημα.
9 καυχάσθω δε ο αδελφός ο ταπεινός εν τω ύψει αυτού,
10 ο δε πλούσιος εν τη ταπεινώσει αυτού, ότι ως άνθος χόρτου παρελεύσεται.
11 ανέτειλε γαρ ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανε τον χόρτον, και το άνθος αυτού εξέπεσε, και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο. ούτω και ο πλούσιος εν ταις πορείαις αυτού μαρανθήσεται.
Στίχ. 12. Η υπομονή θα ανταμειφθή.
12 Μακάριος ανήρ ος υπομένει πειρασμόν ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής, ον επηγγείλατο ο Κύριος τοις αγαπώσιν αυτόν.
Στίχ. 13-18. Ο Θεός είναι η πηγή των τελείων δωρημάτων.
13 Μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ότι από Θεού πειράζομαι ο γαρ Θεός απείραστός εστι κακών, πειράζει δε αυτός ουδένα.
14 έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος
15 είτα η επιθυμία συλλαβούσα τίκτει αμαρτίαν, η δε αμαρτία απολεσθείσα αποκύει θάνατον.
16 Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί
17 πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον ένωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων, παρ' ω ουκ ένι παραλλαγή ή τροπής αποσκίασμα.
18 βουληθείς απεκύησεν ημάς λόγω αληθείας εις το είναι ημάς απαρχήν τινα των αυτού κτισμάτων.
Στίχ. 19-27. Πρέπει να εφαρμόζωμεν τον θείον λόγον.
19 Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί, έστω πας άνθρωπος ταχύς εις το ακούσαι, βραδύς εις το λαλήσαι, βραδύς εις οργήν
20 οργή γαρ ανδρός δικαιοσύνην Θεού ου κατεργάζεται.
21 διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραΰτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών.
22 Γίνεσθε δε ποιηταί λόγου και μη μόνον ακροαταί, παραλογιζόμενοι εαυτούς.
23 ότι ει τις ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής, ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω
24 κατενόησε γαρ εαυτόν και απελήλυθε, και ευθέως επελάθετο οποίος ην.
25 ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας, ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος, αλλά ποιητής έργου, ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται.
26 Ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού, αλλ' απατών καρδίαν αυτού, τούτου μάταιος η θρησκεία.
27 θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου.
Στίχ. 1-4. Αι θλίψεις μας ωφελούν πνευματικώς.
Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος, ταις δώδεκα φυλαίς ταις εν τη διασπορά χαίρειν.
2 Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις,
3 γινώσκοντες ότι το δοκίμιον υμών της πίστεως κατεργάζεται υπομονήν
4 η δε υπομονή έργον τέλειον εχέτω, ίνα ήτε τέλειοι και ολόκληροι, εν μηδενί λειπόμενοι.
Στίχ. 5-8. Αίτησις σοφίας παρά Θεού.
5 Ει δε τις υμών λείπεται σοφίας, αιτείνω παρά του διδόντος Θεού πάσιν απλώς και ουκ ονειδίζοντος, και δοθήσεται αυτώ
6 αιτείνω δε εν πίστει, μηδέν διακρινόμενος ο γαρ διακρινόμενος έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω και ριπιζομένω.
7 μη γαρ οιέσθω ο άνθρωπος εκείνος ότι λήψεταί τι παρά του Κυρίου.
8 ανήρ δίψυχος ακατάστατος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού.
Στίχ. 9-11. Η πτωχεία δεν είναι κακόν και ο πλούτος δεν είναι πλεονέκτημα.
9 καυχάσθω δε ο αδελφός ο ταπεινός εν τω ύψει αυτού,
10 ο δε πλούσιος εν τη ταπεινώσει αυτού, ότι ως άνθος χόρτου παρελεύσεται.
11 ανέτειλε γαρ ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανε τον χόρτον, και το άνθος αυτού εξέπεσε, και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο. ούτω και ο πλούσιος εν ταις πορείαις αυτού μαρανθήσεται.
Στίχ. 12. Η υπομονή θα ανταμειφθή.
12 Μακάριος ανήρ ος υπομένει πειρασμόν ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής, ον επηγγείλατο ο Κύριος τοις αγαπώσιν αυτόν.
Στίχ. 13-18. Ο Θεός είναι η πηγή των τελείων δωρημάτων.
13 Μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ότι από Θεού πειράζομαι ο γαρ Θεός απείραστός εστι κακών, πειράζει δε αυτός ουδένα.
14 έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος
15 είτα η επιθυμία συλλαβούσα τίκτει αμαρτίαν, η δε αμαρτία απολεσθείσα αποκύει θάνατον.
16 Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί
17 πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον ένωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων, παρ' ω ουκ ένι παραλλαγή ή τροπής αποσκίασμα.
18 βουληθείς απεκύησεν ημάς λόγω αληθείας εις το είναι ημάς απαρχήν τινα των αυτού κτισμάτων.
Στίχ. 19-27. Πρέπει να εφαρμόζωμεν τον θείον λόγον.
19 Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί, έστω πας άνθρωπος ταχύς εις το ακούσαι, βραδύς εις το λαλήσαι, βραδύς εις οργήν
20 οργή γαρ ανδρός δικαιοσύνην Θεού ου κατεργάζεται.
21 διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραΰτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών.
22 Γίνεσθε δε ποιηταί λόγου και μη μόνον ακροαταί, παραλογιζόμενοι εαυτούς.
23 ότι ει τις ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής, ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω
24 κατενόησε γαρ εαυτόν και απελήλυθε, και ευθέως επελάθετο οποίος ην.
25 ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας, ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος, αλλά ποιητής έργου, ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται.
26 Ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού, αλλ' απατών καρδίαν αυτού, τούτου μάταιος η θρησκεία.
27 θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου.
Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014
Ευχολόγιον
Εκκλησιαστικό, λειτουργικό βιβλίο, που περιέχει διάφορες ακολουθίες και ευχές της Εκκλησίας μας. Υπάρχει το << Μικρόν >> και το << Μέγα >> Ευχολόγιο. Και τα δύο χρησιμοποιούνται από τους ιερείς και τους επισκόπους της Εκκλησίας μας. Το Μικρό Ευχολόγιο, που λέγεται και Αγιασματάριον περιέχει τις ιερές ακολουθίες των μυστηρίων που τελούνται συχνότερα στους ιερούς ναούς, ενώ το << Μέγα >> περιέχει όλες τις ακολουθίες των ιερών Μυστηρίων, που τελούνται εντός ή εκτός του ιερού ναού κ.α΄.
Κεκραγάρια
Ονομάζονται έτσι οι δύο πρώτοι στίχοι του 140ου ψαλμού, επειδή αρχίζουν με τη φράση << Κύριε εκέκραξα προ σε... >>. Έχουν μελοποιηθεί και στους οκτώ ήχους σε αργό και σε σύντομο μέλος και ψάλλονται κάθε μέρα στον Εσπερινό. Τα Κεκραγάρια ακολουθούν τροπάρια, που λέγονται Στιχηρά.
Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ
Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο συγγράψας την επιστολήν ταύτην, διακρίνεται τόσον του Ιακώβου, του υιού του Ζεβεδαίου και αδελφού του ευαγγελιστού Ιωάννου, όσον και του Ιακώβου του μικρού, του υιού του Αλφαίου. Αμφότεροι οι δύο ούτοι Ιάκωβοι υπήρξαν απόστολοι εκ των δώδεκα. Ενώ ο Αδελφόθεος προστεθείς εις τον κύκλον των μαθητών μετά την Ανάστασιν του Κυρίου, εχρημάτισε πρώτος των Ιεροσολύμων επίσκοπος, διακριθείς δε και μεταξύ των αποστόλων εθεωρείτο μετά του Πέτρου και του ευαγγελιστού Ιωάννου ως εις των στύλων της πρώτης Εκκλησίας. Καλείται δε Αδελφόθεος, διότι, κατά την επικρατεστέραν γνώμην, μετά των άλλων νομιζομένων αδελφών του Χριστού ήτο υιός του μνήστορος Ιωσήφ εκ γυναικός, μετά της οποίας είχε συζευχθή ούτος πριν ή μνηστευθή την αειπάρθενον Θεοτόκον. Ασκητικός την δίαισκληρυμμένα << τα γόνατα αυτού δίκην καμήλου >>, διότι συνεχώς προσηύχετο γονυπετής << προσκυνών τω Θεώ και αιτούμενος άφεσιν τω λαώ >>. << Διά δε την υπερβολήν της δικαιοσύνης εκαλείτο ο Δίκαιος >>. Ολίγον προ της πολιορκίας των Ιεροσολύμων οι απιστήσαντες Ιουδαίοι ελιθοβόλησαν αυτόν, ημιθανή δ' όντα απετελείωσε τούτον γναφεύς τις διά πλήγματος ισχυρού, όπερ κατέφερε κατά της κεφαλής του δια ξύλου. Την επιστολήν του ο θείος Ιάκωβος απηύθυνεν εξ Ιεροσολύμων προς τας δώδεκα φυλάς τας εν τη διασπορά, ήτοι προς τους ανά τα έθνη εξ Ιουδαίων Χριστιανούς, πιθανώτατα προ της Αποστολικής Συνόδου ( 50 μ. Χ. ).
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)