Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Στίχ. 18-38. Η ανάστασις τής θυγατρός τού Ιαείρου, θεραπεία τής αιμορροούσης, τών δύο τυφλών, τού κωφού καί άλλαι θεραπείαι.

18 Ταύτα αυτού λαλούντος αυτοίς ιδού άρχων είς προσελθών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν αλλά ελθών επίθες τήν χείρα σου επ' αυτήν καί ζήσεται.
19 καί εγερθείς ο Ιησούς ηκολούθησεν αυτώ καί οι μαθηταί αυτού.
20 Καί ιδού γυνή, αιμορροούσα δώδεκα έτη, προσελθούσα όπισθεν ήψατο τού κρασπέδου τού ιματίου αυτού
21 έλεγε γάρ εν εαυτή, εάν μόνον άψωμαι τού ιματίου αυτού, σωθήσομαι.
22 ο δέ Ιησούς επιστραφείς καί ιδών αυτήν είπε θάρσει, θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε, καί εσώθη η γυνή τής ώρας εκείνης.
23 Καί ελθών ο Ιησούς εις τήν οικίαν τού άρχοντος καί ιδών τούς αυλητάς καί τόν όχλον θορυβούμενον, λέγει αυτοίς
24 αναχωρείτε ου γάρ απέθανε τό κοράσιον, αλλά καθεύδει. καί κατεγέλων αυτού.
25 ότε δέ εξεβλήθη ο όχλος, εισελθών εκράτησε τής χειρός αυτής, καί ηγέρθη τό κοράσιον.
26 καί εξήλθεν η φήμη αύτη εις όλην τήν γήν εκείνην.
27 Καί παράγοντι εκείθεν τώ Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες καί λέγοντες ελέησον ημάς υιέ Δαυϊδ.
28 ελθόντι δέ εις τήν οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, καί λέγει αυτοίς ο Ιησούς πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ ναί Κύριε.
29 τότε ήψατο τών οφθαλμών αυτών λέγων κατά τήν πίστιν υμών γενηθήτω υμίν.
30 καί ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί καί ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων οράτε μηδείς γινωσκέτω.
31 οι δέ εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τή γή εκείνη.
32 Αυτών δέ εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον
33 καί εκβληθέντος τού δαιμονίου ελέλησεν ο κωφός, καί εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ότι ουδέποτε εφάνη ούτως εν τώ Ισραήλ.
34 οι δέ Φαρισαίοι έλεγον εν τώ άρχοντι τών δαιμονίων εκβάλλει τά δαιμόνια.
35 Καί περιήγεν ο Ιησούς τάς πόλεις πάσας καί τάς κώμας διδάσκων εν ταίς συναγωγαίς αυτών καί κηρύσσων τό ευαγγέλιον τής βασιλείας καί θεραπεύων πάσαν νόσον καί πάσαν μαλακίαν εν τώ λαώ.
36 Ιδών δέ τούς όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών, ότι ήσαν εκλελυμένοι καί ερριμμένοι ως πρόβατα μή έχοντα ποιμένα.
37 τότε λέγει τοίς μαθηταίς αυτού ο μέν θερισμός πολύς, οι δέ εργάται ολίγοι
38 δεήθητε ούν τού κυρίου τού θερισμού όπως εκβάλη εργάτας εις τόν θερισμόν αυτού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.